μαχαιροπίρουνο

μαχαιροπίρουνο
το
1. μαχαίρι και πιρούνι μαζί.
2. στον πληθ., τα μαχαιροπίρουνα όλα τα μαχαίρια, πιρούνια και κουτάλια που στρώνουμε στο τραπέζι: Στο επίσημο δείπνο θα χρησιμοποιήσουμε τα ακριβά μαχαιροπίρουνα.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • μαχαιροπίρουνο — το 1. ζεύγος από επιτραπέζιο μαχαίρι και πιρούνι 2. στον πληθ. τα μαχαιροπίρουνα σύνολο από επιτραπέζια μαχαίρια, πιρούνια και κουτάλια …   Dictionary of Greek

  • μαχαίρι — Κοπτικό εργαλείο με χειρολαβή και μεταλλική λεπίδα. Η κατασκευή των μ. ποικίλει, ωστόσο η λεπίδα τους κατασκευάζεται από σίδερο ή ατσάλι, ενώ η λαβή είτε από το ίδιο μέταλλο (όπως στα τραπεζομάχαιρα), οπότε αποτελεί ενιαίο κομμάτι με τη λεπίδα,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”